«Προκειμένου να σπάσει το κέλυφος του 4%, ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς (που περιελάμβανε στις τάξεις του από ευρωκομμουνιστές μέχρι τροτσκιστές, από οικολόγους έως ορφανά της Ρόζας Λούξεμπουργκ), αποπολιτικοποίησε τον λόγο του και υιοθέτησε ύφος και περιεχόμενο μελοδραματικό, γκροτέσκο, το οποίο απευθυνόταν αποκλειστικά στο συναίσθημα»…
Όταν, τον Απρίλιο του 2010, το δημόσιο έφτασε σε σημείο να μην μπορεί να πληρώσει τους μισθούς και τις συντάξεις του επόμενου μήνα, μεγάλο μέρος της τότε αντιπολίτευσης αρνήθηκε την κρισιμότητα της κατάστασης. Τα δεδομένα καθεαυτά. Στα αυτιά μου έχω την -αυθεντική ακόμα τότε- φωνή του Αλέξη Τσίπρα να ισχυρίζεται ότι τα περί χρεοκοπίας της Ελλάδας είναι παραμύθια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού προκειμένου να μάς βάλει στο χέρι.
Όταν, λίγο αργότερα, ο Γιώργος Παπανδρέου υπέγραφε το πρώτο μνημόνιο, απ’ τη μεριά των αρνητών του δεν ακούστηκε κάποια εμπεριστατωμένη κριτική. Πόσω δε μάλλον μια πειστική εναλλακτική πρόταση. Ήταν οι μέρες που το κέντρο της Αθήνας συγκλονιζόταν. Που πρόβατα και ερίφια διαδήλωναν χέρι-χέρι, στα τυφλά. Για να οδηγηθούμε στην τραγωδία της Μαρφίν…
Ένα χρόνο αργότερα, οι πλατείες σε κάθε σχεδόν πόλη κατελήφθησαν από τους “Αγανακτισμένους”. Πολίτες, οι οποίοι ένοιωθαν πλέον στο πετσί τους την επιβληθείσα από την Τρόικα λιτότητα, κρέμονταν απ’ τα χείλη, αποθέωναν όποιον τούς παραμύθιαζε πιό χοντρά. Οι ανοησίες που ακούστηκαν το καλοκαίρι του 2011 στις “λαϊκές συνελεύσεις”, τα περί σεισάχθειας, μονομερούς διαγραφής του χρέους, άμεσης δημοκρατίας, θα γέμιζαν τη βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας. Η αιφνίδια ριζοσπαστικοποίηση μιάς κρίσιμης μάζας – η οποία άλλο δεν ήξερε την εποχή των παχιών αγελάδων παρά μπουζούκια, μπάλα και διακοποδάνεια- ανέδειξε πολιτικά εξαμβλώματα. Τον Γιάνη Βαρουφάκη. Τη Ζωή Κωνσταντοπούλου… Κυρίως δε τον μεταμοντέρνο ναζισμό.
Προκειμένου να σπάσει το κέλυφος του 4%, ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ένα πολυτασικό συνονθύλευμα -θυμίζω- ακόμα τότε, το οποίο περιελάμβανε στις τάξεις του από ευρωκομμουνιστές μέχρι τροτσκιστές, από οικολόγους έως ορφανά της Ρόζας Λούξεμπουργκ), για να μπει στην Α΄Εθνική, αποπολιτικοποίησε τον λόγο του. Άφησε κατά μέρους τις -ανεδαφικές έστω, πλην καλοπροαίρετες- ιδέες του. Και υιοθέτησε ύφος και περιεχόμενο μελοδραματικό, γκροτέσκο, το οποίο απευθυνόταν αποκλειστικά στο συναίσθημα.
Να θυμηθούμε την αυτοχειρία του ηλικιωμένου φαρμακοποιού στο Σύνταγμα, που πυροδότησε τον ισχυρισμό πως εξαιτίας των μνημονίων οι Έλληνες αυτοκτονούν μαζικά; Να μνημονεύσουμε τον αδόκητο χαμό των φοιτητών (οι οποίοι αγνοούσαν πως έτσι και κοιμηθείς με αναμμένα κάρβουνα σε κλειστό χώρο, θα σκάσεις) και προβλήθηκαν από τον Σύριζα σαν σύμβολα της ασφυκτιούσας νεολαίας; Να φρίξουμε με την κατάχρηση του όρου “ανθρωπιστική κρίση”, πράξη αυτόχρημα υβριστική, ιδίως εάν συγκρίνουμε τα τότε “θύματα” των μνημονίων με τους σημερινούς πρόσφυγες που κυριολεκτικά αργοπεθαίνουν στη Μόρια και στις λοιπές “δομές” υποδοχής τους;
Καθοδόν -μα και μετά- την εκλογική του επικράτηση, ο Σύριζα κατάντησε την πολιτική σκηνή παλκοσένικο για να ανεβάζει καθημερινά το έργο “Καλοί Εναντίον Κακών”. Ή “Ο Πόλεμος του Φωτός με το Σκότος”. Από τη μία, τα “παιδιά του λαού”. Οι “αδιάφθοροι”. Εκείνοι που κατοίκησαν στο Αιγάλεω επί δύο έστω χρόνια. Κι από την άλλη, οι “γερμανοτσολιάδες.” Οι “σάπιοι”. Οι “βρυκόλακες που ονειρεύονται την παλινόστησή τους”.
Από τον καιρό του τηλεοπτικού Νίκου Φώσκολου είχαμε να δούμε ένα τόσο σχηματικό και κακοπαιγμένο έργο. Στη θέα του οποίου οι καλλιτέχνες της Αριστεράς του 20ου αιώνα -από τον Κώστα Βάρναλη και τον Γιάννη Ρίτσο μέχρι τον Άρη Αλεξάνδρου- προφανώς θα έφριτταν. Ο Παύλος Πολάκης εντούτοις ηδονικά χόρεψε ως παρωδία του Νίκου Κούρκουλου…
Οι καιροί άλλαξαν. Ο Σύριζα καιρό τώρα αποδράμει. Όλες του οι πρωτοβουλίες είτε πέφτουν στο κενό είτε αποδεικνύονται μπούμερανγκ. Νοβάρτις, Μακεδονικό, Αναθεώρηση του Συντάγματος, τίποτα δεν τον έχει ωφελήσει. Το μόνο που καλά κρατεί είναι η μελοδραματοποίηση της πολιτικής.
Δεν θα αρθρώσω λόγο υπεράσπισης για τη Μυρσίνη Λοΐζου. Και να τη συμπαθούσα, αγνοώ πλήρως τις ανθρώπινες παραμέτρους τής περίπτωσης της. Ο Σύριζα κάκιστα την περιέλαβε -δεδομένης της καταδίκης της- στο ψηφοδέλτιό του. Αρνούμαι ωστόσο να δεχτώ την κυρία Λοΐζου σαν ρετσινιά για τον όλον Σύριζα. Όπως αρνούμαι ότι τις όποιες συμπεριφορές του Νίκου Γεωργιάδη (εφόσον καταστεί η εναντίον του απόφαση ανέκκλητη) τις χρεώνεται η παράταξη της Νέας Δημοκρατίας. Το βρίσκω συνελόντι ειπείν φρικαλέο για τη δημοκρατία μας, η πολιτική σύγκρουση να ευτελίζεται σε σημείο οι μεν να κατηγορούν τους δε επί παιδεραστία και ας μην είναι καν αυτό το υπό κρίσιν αδίκημα. Και οι δε να διαπομπεύουν μια γυναίκα σε προφανή ταραχή, στην οποίαν ο Σύριζα -από ασύγγνωστη αβλεψία- έταξε ότι θα την στείλει στην Ευρωβουλή. Δεν πρόκειται καν για το κατά Λαλιώτη “σκληρό ροκ”. Αλλά για σκέτο κανιβαλισμό.
Τι χειρότερο μάς περιμένει καθ’ οδόν προς τις κάλπες; Ποιά ακόμα πρόσωπα μέλλεται να πεταχτούν στην αρένα, να καταβροχθιστούν από χυδαίους δημοσιογράφους και μοχθηρούς χρήστες των social media, μπας και κερδίσει το ένα ή το άλλο κόμμα πέντε ψηφαλάκια; Πότε επιτέλους θα πάψουμε να σουρνόμαστε ως κοινωνία στη λάσπη; Να σπιλώνουμε πότε την Κική Δημουλά -κορυφαία ποιήτρια-, πότε τη Χαρούλα Αλεξίου -σπουδαία τραγουδίστρια- για να διασκεδάσουμε Κύριος οίδε ποιά δική μας ματαίωση;
Προ ημερών δυό γονείς πήγαν το νεογέννητό τους για σαραντισμό. Ο γέροντας παπάς σκόνταψε, το βρέφος τού έπεσε από τα χέρια και τραυματίστηκε σοβαρά. Πόσο μαλάκας πρέπει να είναι κάποιος για να εκλάβει αυτό το τραγικό γεγονός ως αφορμή για αντιεκκλησιαστική προπαγάνδα; Και όμως. Υπήρξαν πολλοί. Το σαράκι προχωράει. Γίνεται από πολιτική πρακτική, νοοτροπία…
Ο Σύριζα ήρξατο χειρών αδίκων. Στους επόμενους επαφίεται, αντί να λάβουν την εκδίκηση τους, να θυμηθούν τι σημαίνει αξιοπρέπεια, πολιτισμός, σεβασμός του άλλου, στοιχειώδης -στο κάτω κάτω- ευγένεια…
“Πότε θα ανθίσουν τούτοι οι τόποι; Πότε θα’ρθουνε καινούργιοι ανθρώποι, να συνοδεύσουν την κακία στη τελευταία της κατοικία;” Παραφράζω τον Νίκο Γκάτσο.
[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Χρήστου Χωμενίδη, 26/3/2019]