Λεφτά να επενδυθούν στην Ελλάδα δεν υπάρχουν. Η φυγή ξένων επενδυτών θα συνεχισθεί. Και είναι θέμα χρόνου να πτωχεύσει το κράτος “επιχειρηματίας”.
Αυτή είναι η τραγική αλήθεια για τα χρόνια που περιμένουν την Ελλάδα. Μια Ελλάδα η οποία βρίσκεται ήδη σε ανησυχητικά χαμηλό επίπεδο αξιοπιστίας.
Και μόνο η, αισχρής μορφής, πολιτική συγκάλυψης της ΔΕΗ (η οποία θα διαλυθεί με σεισμικές επιπτώσεις στον χώρο της ενέργειας) αρκεί για να δείξει ότι τίποτε δεν καταλάβαμε από τις αιτίες που προκάλεσαν την κρίση.
Η παροχολογία που ετοιμάζεται, ως επανόρθωση χαμένων εισοδημάτων από την κρίση, εγκαινιάζει μια νέα περίοδο “ανταγωνισμού φαυλότητας” στην πολιτική σκηνή, που θα περιπλέξει τα πράγματα.
Θα επαναφέρει εποχές “σοσιαλιστικού προοδευτισμού”, όπου καταναλώναμε μόνο με δανεικά. Ταυτόχρονα χάναμε έδαφος στην παραγωγή και το κλείσιμο της ψαλίδας στις εισαγωγές.
Χωρίς να προσδιορίζουμε ΔΕΚΟ και επιχειρηματικούς Οργανισμούς της ακόμη κρατικής μας οικονομίας, οι αναταράξεις στη ΔΕΗ, θα κλονίσουν όλο τον χώρο της ενέργειας.
Ωστόσο η κρατική τιμολογιακή πολιτική στην ενέργεια θα συνεχίσει να παρεμβάλλεται, για τα καλά, στη βιομηχανική, μεταλλευτική και τη βιοτεχνική παραγωγή. Συνέπεια εδώ θα είναι η παρεμβολή απαράδεκτων αντικινήτρων (κόστος παραγωγής), για κάθε μορφής νέα επένδυση. Ακόμη και στον ξενοδοχειακό τομέα.
Και είναι δεδομένο πως και στην Ελλάδα της κρίσης κανείς, πλέον, δεν ρισκάρει κεφάλαια στην παραγωγή ή την αγροτική οικονομία όσο το κράτος έχει στα χέρια του τα κλειδιά διαμόρφωσης κόστους παραγωγής, με την κρατική τιμολογιακή πολιτική να προστίθεται στο απαράδεκτο ελληνικό φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα.
Συνεπώς επενδύσεις με θέσεις εργασίας που θα μετατρέψουν την αγορά εργασίας, από ευκαιριακή και ελαστικών μορφών (τριήμερα, τετραήμερα ή τετράωρα) αποκλείονται στην Ελλάδα των υπερπλεονασμάτων και των παροχών, σε όλες τις φάσεις Εποπτείας που θα λήξουν (τελικά) το 2028 πράγμα που προβλέπει και συμφωνία για την έξοδο μας από το μνημόνιο.
Και από το κράτος “επιχειρηματία” να μεταφερθούμε στις υποδομές και την εμπλοκή των Περιφερειακών και τοπικών αρχών στην αδειοδότηση των επενδύσεων.
Στο καθεστώς, δηλαδή, που υπονομεύει κάθε επένδυση μέσω των πολεοδομικών, κτιριακών και εργοστασιακών εγκαταστάσεων και κανείς δεν είναι σε θέση να βάλει στην άκρη εκτός από πρωθυπουργική παρέμβαση. Όπως ακριβώς συνέβη και με τις κινεζικές επενδύσεις στον ΟΛΠ μετά την παρέμβαση της κινεζικής πρεσβείας στον Αλέξη Τσίπρα.
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι ακόμη και στις ιδιωτικοποιήσεις (που μπορεί να εξελίσσονται στα χαρτιά) τα πάντα είναι ναρκοθετημένα σε ό,τι αφορά τις διαδικασίες αδειοδοτήσης των αναγκαίων επενδύσεων εκσυγχρονισμού.
Προς τούτο και οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές βλέπουν και τις ιδιωτικοποιήσεις με μειωμένο έως ανύπαρκτο ενδιαφέρον. Όπως δηλαδή και στις επενδύσεις με δικά τους κεφάλαια.
Συνεπώς στη φυγή επενδυτών, (λόγω της ελληνική κρατικής ανεπάρκειας και αναξιοπιστίας) προστίθεται και το κεφάλαιο των ιδιωτικοποιήσεων που, πιθανά, θα πυροδοτούσε κάποια μορφή ανάπτυξης, ενισχύοντας θετικά επενδυτικό κλίμα και περιβάλλον.
Επενδυτές, διακεκριμένων Ομίλων της Ευρώπης, που ρωτήθηκαν για τυχόν αναθέρμανση επενδυτικού ενδιαφέροντός στην ενέργεια, τώρα που η (βεβαία) πτώχευση της ΔΕΗ θα ανοίξει πόρτες αγορών ελληνικού κράτους, παρομοίασαν την Ελλάδα με την κρατική οικονομία των Σκοπίων και της Βουλγαρίας όπου μεγάλα συγκροτήματα αφέθησαν στη μοίρα της διάλυσης λόγω πολιτικής αδυναμίας για ανασυγκρότηση και πώληση.
Και υπενθύμιζαν την απεγνωσμένη προσπάθεια των Σκοπίων να ξεφορτωθούν και ενεργειακές εγκαταστάσεις, που μονίμως κάλυπταν έκτακτες εισαγωγικές ανάγκες στην Ελλάδα.
Το παιχνίδι λοιπόν των ιδιωτικών επενδύσεων απομακρύνεται από την Ελλάδα. Και μένει το απλό επενδυτικό σούρσιμο (θα λέγαμε) με 10-15 δισ. ευρώ, (σχεδόν ανά διετία), κυρίως για συντήρηση εγκαταστάσεων, στον ευρύτερο χώρο της παραγωγής και της διανομής αγαθών.
Με την Ελλάδα όμως να χρειάζεται νέες εγκαταστάσεις, με 700.000 θέσεις εγγυημένης εργασίας, οι οποίες απαιτούν 20-25 δισ., κάθε χρόνο, μέχρι το 2030, (υπό την –αναγκαία– προϋπόθεση πως θα τερματισθούν υγιώς μέχρι το 2022 –όρια Εποπτείας– και οι 30 ιδιωτικοποιήσεις για ενίσχυση του επενδυτικού κλίματος) ποιος είναι σε θέση να αναλάβει ευθύνες βάζοντας το μαχαίρι στο κόκκαλο του κράτους… Αλλά αν η πολιτική δεν επιλέξει την οδό αυτή, ως μονόδρομο, τα σενάρια για έξοδο από την κρίση θα είναι όμοια με αυτά που ζήσαμε και την 4ετία Τσίπρα. Χαρτζιλίκια, συμπληρώματα από τη μαύρη αγορά και ψέματα… Πολλά ψέματα. Η αλήθεια απαιτεί πολιτική τόλμη, που ακόμη δεν διακρίνεται.
[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr, του Γιώργου Κράλογλου, 2/5/2019]