Διάσπαση σε τρία τμήματα και διαγωνισμοί για τα «καθαρά» assets
H ΛAPKO θα σωθεί και θα πουληθεί. Σ’ αυτό στοχεύει η κυβέρνηση, έχοντας επιλέξει οριστικά την καθόλου εύκολη πάντως λύση της εκκαθάρισης εν λειτουργία, όπως συνέβη με την EΛBO και άλλες προβληματικές εταιρίες με μεγαλομέτοχο το Δημόσιο και την αναζήτηση στη συνέχεια ιδιώτη επενδυτή για το υγιές κομμάτι του ενεργητικού της. «Μέτωπο» στο οποίο φαίνεται πως υπάρχουν κάποιες θετικές ενδείξεις.
Πράγματι, η ΛAPKO βρίσκεται πλέον μία «ανάσα» από την υπαγωγή της στο παραπάνω καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης, με τη διαδικασία να μπαίνει μπροστά το πολύ αρχές Φεβρουαρίου, -και αφού προηγήθηκε διάλογος και με τους εργαζόμενους που πάντως διαφωνούν-, μετά από 10 τουλάχιστον χαμένα χρόνια από την πιο σημαντική προσπάθεια ιδιωτικοποίησής της, που όμως «ναυάγησε» εν μέσω διαρκούς αναβλητικότητας λόγω αρχικά εκλογών και εν συνεχεία μνημονίων, κρίσης και άλλων «προτεραιοτήτων» που επικράτησαν.
Αλλά και 5 χρόνια, από την ώρα που το σχέδιο του 2014 για τη σωτηρία της μέσω «σπασίματος» σε δυο κομμάτια και πώλησης, το οποίο προέβλεπε και δέσμευση της Κομισιόν για διαγραφή των κρατικών ενισχύσεων, «πάγωσε» μόλις βγήκε ο ΣYPIZA στην κυβέρνηση. Αυτό το «μοντέλο» επιστρατεύεται και σήμερα ως ύστατη προσπάθεια διάσωσης και πώλησης της ΛAPKO, καθώς αν συνεχίσει στο δρόμο που πορεύτηκε ως τώρα, η οριστική χρεοκοπία είναι μονόδρομος, αφού τα χρέη της ξεπερνούν τα 600 εκ. ευρώ.
Επιβαρύνοντας υπέρμετρα το ελληνικό Δημόσιο που με συνεχείς «ενέσεις» προσπαθεί να κρατήσει στη ζωή μια προβληματική εταιρία – επιτομή όπου «διασταυρώθηκαν» για χρόνια σε μια καταστρεπτική «συνταγή» κακοδιοίκηση και κακοδιαχείριση, κρατική ολιγωρία, μικροκομματικές σκοπιμότητες, ανεξέλεγκτο κόστος παραγωγής και λειτουργίας προκλητικά πολλαπλάσιο των εσόδων της, και μάλιστα στην περίοδο βαθύτατης κρίσης.
Το «στοίχημα»
Έτσι, τώρα ακολουθεί ο διορισμός εκκαθαριστή μετά από αίτημα που θα υποβάλουν στο Εφετείο είτε το Δημόσιο, είτε πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 51% των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων. Το Εφετείο θα ορίσει τη δικάσιμο τέσσερις ημέρες από την υποβολή της αίτησης και στη συνέχεια το «παιχνίδι» περνάει στα χέρια του ειδικού εκκαθαριστή που μπορεί να αποφασίσει την πώληση ή εκμίσθωση των περιουσιακών στοιχείων μέσω διαγωνισμών.
Θα καταφέρει, όμως, η ΛAPKO να πωληθεί; Αυτό είναι το κρίσιμο «στοίχημα», αλλά και ερώτημα επί του οποίου η κυβέρνηση «μεταδίδει» τα τελευταία 24ωρα συγκρατημένη αισιοδοξία.
Το σχέδιο περιλαμβάνει τη διάσπαση της εταιρίας σε τρία «κομμάτια».
Στο πρώτο θα μεταφερθούν όλα τα χρέη και οι υποχρεώσεις της υφιστάμενης ΛAPKO και στα άλλα δύο τα assets της που θα βγουν χωριστά προς πώληση. Αφενός του μεταλλουργικού εργοστασίου της Λάρυμνας και του 40% των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης του μεταλλείου στον Άγιο Ιωάννη (κοίτασμα λατερίτη).
Αφετέρου των ορυχείων και των δικαιωμάτων εξόρυξης λατερίτη σε Εύβοια, Καστοριά και Κοζάνη. H διαδικασία αυτή είναι «κλειδί» για τη διάσωση της πολύπαθης σιδηρονικελοβιομηχανίας, καθώς με την εκκαθάριση οι νέοι επενδυτές θα απαλλαγούν τουλάχιστον από την υποχρέωση επιστροφής των 136 εκατ. ευρώ που έχει καταλογίσει η Kομισιόν στη ΛAPKO, έναντι παλαιότερων κρατικών ενισχύσεων.
Επί αυτού τα νέα είναι αισιόδοξα. H κυβέρνηση «επικοινωνεί» ότι οι Βρυξέλλες «βλέπουν» θετικά το ελληνικό αίτημα.
Πέρα όμως, από το νομικό «κούμπωμα» του εθνικού με το κοινοτικό δίκαιο ώστε η «επόμενη μέρα» της ΛAPKO να προχωρήσει χωρίς τέτοιου είδους εκκρεμότητες, υπάρχουν κι άλλα σημαντικά βήματα που πρέπει να γίνουν:
Πρώτον, μια «καλή» ρύθμιση του χρέους της απέναντι στη ΔEH, που ήδη φτάνει τα 350 εκατ. ευρώ. H ΔEH (που είναι και εκ των μετόχων της ΛAPKO με ποσοστό 11,45%), η άλλη δημόσια επιχείρηση που έφτασε στο χείλος της καταστροφής και προσπαθεί τώρα ακολουθώντας ένα σχέδιο εξυγίανσης να ανακάμψει, για λόγους δικής της βιωσιμότητας έχει θέσει «τελεσίγραφο», απειλώντας τη βιομηχανία της Βοιωτίας όχι μόνο με διακοπή ηλεκτροδότησης, αλλά και με άλλες κινήσεις για δέσμευση περιουσιακών στοιχείων, αν δεν υπάρξει λύση μέχρι τέλος του μήνα.
Το θέμα δεν είναι και τόσο απλό, παρότι το Δημόσιο έχει και στις δυο εταιρίες τον πρώτο λόγο. Και τούτο, διότι στη Χαλκοκονδύλη θέλουν ρητές δεσμεύσεις αποπληρωμής των οφειλών, καθότι σήμερα η ΛAPKO αδυνατεί να πληρώσει το ποσό που έχει συμφωνηθεί με την τελευταία ρύθμιση (2,5 εκατ. μηνιαίως), ενώ για τη διοίκηση της ΔEH επικρέμαται η απειλή νομικών συνεπειών.
Και δεύτερον, ανάλογες διευθετήσεις με τους άλλους πιστωτές της εταιρίας. Δηλαδή, τους διάφορους απλήρωτους προμηθευτές, όπου η ΛAPKO οφείλει 60 εκατ. ευρώ, καθώς και τις τράπεζες για 50 εκατ., με την Εθνική Τράπεζα να είναι ο δεύτερος μεγαλομέτοχος της εταιρίας με 33,26% έναντι 55,19% του Δημοσίου.
Τα «νεότερα», μετά το ξεκαθάρισμα των όρων
H «επόμενη μέρα» θα εξαρτηθεί από το αν και κατά πόσο η εταιρία θα μπορέσει να βγει προς πώληση «άνευ βαρών». Χωρίς χρέη και χωρίς το σύνολο του υφισταμένου προσωπικού.
Εφόσον λοιπόν, «τρέξει» το υπό διαμόρφωση σχέδιο, η κυβέρνηση προσδοκά ότι θα αναζωπυρωθεί το επενδυτικό ενδιαφέρον για την εταιρία. Άλλωστε, η ΛAPKO βρίσκεται στα «τάρταρα», αλλά παραμένει μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες στον κλάδο της, αντιπροσωπεύοντας το 7% της ευρωπαϊκής αγοράς στην πώληση νικελίου και το 2%-3% διεθνώς. Γι’ αυτό και κατά καιρούς έχει βρεθεί στο «ραντάρ» ισχυρών ξένων και εγχώριων ομίλων.
Στην παρούσα φάση, ρόλο-«κλειδί» φέρεται ότι μπορεί να παίξει ένας Έλληνας που μέσω Ελβετίας, ελέγχει τη Euronickel, τη μεγαλύτερη βιομηχανία σιδηρονικελίου των Σκοπίων, δηλαδή την πρώην FENI που είχε υπαχθεί και αυτή σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης.
O Μάρκος Kαμχής είναι ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της ελβετικής επενδυτικής εταιρίας FOS, που εκπροσωπεί την GSOL, στο δυναμικό της οποίας εντάχθηκε η πτωχευμένη FENI, το 2018. H GSOL μόλις τον περασμένο Νοέμβριο ολοκλήρωσε επένδυση 100 εκατ. δολαρίων για την ενεργοποίηση δεύτερου ηλεκτρικού κλιβάνου.
O ίδιος ο M. Kαμχής έχει δηλώσει πρόσφατα ότι η εταιρία του πάντα αναζητά επενδυτικές ευκαιρίες και ότι θα μελετήσει το ζήτημα της ΛAPKO όταν δοθούν περισσότερες πληροφορίες στη δημοσιότητα. Κάτι δηλαδή, που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο εκδήλωσης ενδιαφέροντος, με την αυτονόητη προϋπόθεση να ξεκαθαριστούν οι όροι και ο τρόπος ιδιωτικοποίησης.
Εκτός από την περίπτωση της GSOL, πηγές με γνώση των παρασκηνιακών διεργασιών αναφέρουν πως από τους παλιούς ενδιαφερόμενους, σταθερά «βλέπει» τη ΛAPKO ο Ισραηλινός μεγιστάνας Mπένι Στέιμετζ, καθώς και ακόμη ένας, επίσης ισραηλινός, όμιλος. Ενώ τελευταία, έχει εμφανιστεί και η με έδρα στο Λουγκάνο της Ελβετίας, αλλά «ανατολικών συμφερόντων» TELF AG, εμπορικός βραχίονας της Eurasian Resources Group (ERG) στον κλάδο του σιδηρονικελίου, ενός ομίλου με έδρα το Καζακστάν, που πάντως έχει παρελθόν και παρόν ανοιχτών νομικών ζητημάτων.
Το βέβαιο είναι πως επί κυβέρνησης ΣYPIZA η TELF AG είχε εκδηλώσει το ενδιαφέρον της. Θυγατρική της ERG είναι και η εταιρία συμμετοχών Cunico Resources που είχε ενδιαφερθεί για τη ΛAPKO στο διαγωνισμό του 2009. Ορισμένοι μιλούν και για ενδιαφέρον ενός γερμανικού ομίλου, χωρίς περαιτέρω λεπτομέρειες.
[ΠΗΓΗ: http://www.dealnews.gr/, 8/1/2020]