Η χώρα μας έχει σημαντικό δυναμικό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όμως δεν μπορεί να στηριχθεί πλήρως σε αυτές.
Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις που δημιουργεί το απαιτητικό τρίγωνο «πράσινη μετάβαση-ενέργεια-ανταγωνιστικότητα».
Ο εξορυκτικός κλάδος, αναπόσπαστα συνδεδεμένος με την ευημερία του ανθρώπου, δίνει με βάση τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, τις απαντήσεις του στα θέματα του υψηλού κόστους της ενέργειας, της επάρκειας και ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, καθώς και της μετάβασης σε περισσότερο φιλικές στο περιβάλλον μορφές ενέργειας.
Το ενεργειακό κόστος, το οποίο συντίθεται από την ηλεκτρική ενέργεια, τα υγρά καύσιμα και τις άλλες πηγές ενέργειας, αποτελεί το 20-30% του κόστους παραγωγής στην εξόρυξη. Επιπλέον το κόστος μεταφοράς των εμπορεύσιμων προϊόντων στον πελάτη επιβαρύνεται σημαντικά από τις αυξήσεις των θαλασσίων ναύλων, τα οποία επηρεάσθηκαν τόσο από τις διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα όσο και από την άνοδο των τιμών των καυσίμων, καθώς και από τις ανοδικές τάσεις στις χερσαίες μεταφορές λόγω των επιβαρύνσεων από ελλείψεις οδηγών αλλά και ανόδου των καυσίμων τα οποία αποτελούν το 40% του κόστους των μεταφορέων.
Επομένως έχουμε σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων μας και η αντιμετώπιση αυτών αφορά τόσο στην αναδιάρθρωση των παραγωγικών διαδικασιών για τη μείωση της καταναλισκόμενης ενέργειας ανά μονάδα προϊόντος, όσο και στην επιτακτική ανάγκη για φθηνότερες πηγές ενέργειας και μεθόδους εφοδιασμού καθώς και στη στήριξη της ανταγωνιστικής θέσης με κατάλληλα δημοσιονομικά εργαλεία.
Εκτός του πλήγματος στην ανταγωνιστικότητα, η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας αναδύθηκε ως υπέρτατη προτεραιότητα, αποτέλεσμα των γεωπολιτικών αναταράξεων που έφερε ο πρώτος πόλεμος σε ευρωπαϊκό έδαφος για τον αιώνα που διανύουμε. Η σημαντική εξάρτηση του εγχώριου ενεργειακού μίγματος από εξωτερικές πηγές ανέδειξε την τρωτότητα του συστήματος πανευρωπαϊκά και σημειώνεται πλέον στροφή, έστω και προσωρινή, στον ευρωπαϊκό άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια.
Στη χώρα μας η αξιοποίηση του σημαντικού εγχώριου ενεργειακού πόρου που είναι ο λιγνίτης έδωσε λύσεις για την αποφυγή κρίσης επάρκειας. Πρέπει να αξιοποιήσουμε τα μαθήματα που πήραμε και να σχεδιάσουμε τη μετάβαση σε περισσότερο πράσινη ενέργεια με ασφαλή τρόπο και ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα, έχοντας πάντα πλέον ως βασική παράμετρο σχεδιασμού ότι πρέπει να στηριζόμαστε κατά κύριο λόγο στις δικές μας δυνάμεις. Η χώρα μας έχει σημαντικό δυναμικό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όμως δεν μπορεί να στηριχθεί πλήρως σε αυτές όσο δεν υπάρχουν διαθέσιμα αποτελεσματικά και οικονομικά συστήματα αντιμετώπισης της στοχαστικότητάς τους.
Η εξορυκτική βιομηχανία διασφαλίζει τον εφοδιασμό των μετάλλων και λοιπών ορυκτών που απαιτούνται για τη μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος, γνωρίζοντας πλέον ότι τα συστήματα παραγωγής και μεταφοράς της «πράσινης» ενέργειας απαιτούν περισσότερα ορυκτά από αυτή που παράγεται από ορυκτά καύσιμα.
Σύμφωνα με το World Economic Forum η κατανάλωση πράσινης ενέργειας θα μπορούσε να οδηγήσει σε άλμα 500% στην εξόρυξη των ορυκτών που συνδέονται με τις τεχνολογίες αυτές, όπως είναι οι μπαταρίες λιθίου. Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα χρειάζονται έξι φορές περισσότερα ορυκτά σε σχέση με τα συμβατικά, ενώ μέταλλα και ορυκτά σαν το πυρίτιο αποτελούν βασικά στοιχεία για τα φωτοβολταϊκά πλαίσια και τις ανεμογεννήτριες.
Επιγραμματικά, ο κόσμος μας δεν μπορεί να απανθρακοποιηθεί χωρίς τη συνέχιση και εντατικοποίηση της εξόρυξης μίας σειράς ορυκτών, ενώ παράλληλα η ενεργειακή μετάβαση παρουσιάζει νέες ευκαιρίες για τον εξορυκτικό κλάδο προκειμένου να δημιουργήσει μακροπρόθεσμη αξία για όλους τους συμμετόχους του και την ευρύτερη κοινωνία.
(Φωτογραφία αρχείου, FRANZ ABERHAM VIA GETTY IMAGES)
[ΠΗΓΗ: https://www.huffingtonpost.gr/, του Αθανάσιου Κεφάλα, Πρόεδρου του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, 13/7/2022]