Στις «κρίσιμες πρώτες ύλες» στρέφει την προσοχή της η Ευρώπη, με φόντο τον εντεινόμενο ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας και την ευρύτερη γεωπολιτική αστάθεια
Στις 30 Ιουνίου το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καθόρισε τη θέση του σχετικά με τον προτεινόμενο κανονισμό για τη θέσπιση πλαισίου που θα εξασφαλίζει ασφαλή και βιώσιμο εφοδιασμό με κρίσιμες πρώτες ύλες.
Η πρόταση της Κομισιόν
Όπως ανακοινώθηκε από το Συμβούλιο, ο προτεινόμενος από την Κομισιόν κανονισμός διερευνά τις εσωτερικές και εξωτερικές διαστάσεις του ζητήματος για τη διασφάλιση του εφοδιασμού με πρώτες ύλες που είναι ζωτικής σημασίας για την ευρωπαϊκή οικονομία, και ιδίως για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση. Η πρόταση της Επιτροπής καθόρισε τέσσερις στόχους για την αύξηση της συμβολής των ευρωπαϊκών πρώτων υλών:
- τουλάχιστον το 10% της ετήσιας κατανάλωσης της ΕΕ να προέρχεται από εξόρυξη στην ΕΕ
- τουλάχιστον το 40% της ετήσιας κατανάλωσης της ΕΕ να προέρχεται από τη μεταποίηση στην ΕΕ
- τουλάχιστον το 15% της ετήσιας κατανάλωσης της ΕΕ να προέρχεται από εγχώρια ανακύκλωση
- όχι περισσότερο από το 65% της ετήσιας κατανάλωσης της Ένωσης κάθε στρατηγικής πρώτης ύλης σε οποιοδήποτε σχετικό στάδιο μεταποίησης να προέρχεται από μία μόνο τρίτη χώρα
Για την επίτευξη αυτών των στόχων, ο κανονισμός θεσπίζει κατάλογο 34 κρίσιμων πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένων 16 που θεωρούνται επίσης στρατηγικής σημασίας, καθώς και διάφορα μέτρα για τη μείωση των κινδύνων από τις τρέχουσες εξαρτήσεις μας. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν την απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης για έργα που θεωρούνται στρατηγικής σημασίας, με εθνικά καθορισμένα σημεία επαφής, την ανάλυση κινδύνου, τα σχέδια εξερεύνησης των κρατών μελών, τις επενδύσεις στην έρευνα, την καινοτομία και τις δεξιότητες και την προστασία του περιβάλλοντος με την προώθηση της κυκλικότητας και της βιωσιμότητας των πρώτων υλών.
Οι εισαγωγές
Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο κανονισμός προσδιορίζει μέτρα για τη διαφοροποίηση των εισαγωγών κρίσιμων πρώτων υλών. Σε αυτά περιλαμβάνονται η ενίσχυση της δέσμευσης και η δημιουργία εταιρικών σχέσεων με αξιόπιστες χώρες για την προώθηση της ανάπτυξής τους, ενώ παράλληλα διασφαλίζονται οι αλυσίδες εφοδιασμού για την Ευρώπη.
Ο κανονισμός προβλέπει τη δημιουργία ενός συμβουλευτικού οργάνου, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις κρίσιμες πρώτες ύλες, το οποίο θα συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με την επιλογή των στρατηγικών έργων και άλλες πτυχές του κανονισμού.
Οι προσθήκες του Συμβουλίου
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση τη 30ης Ιουνίου, ενώ το Συμβούλιο συμμερίζεται τους στόχους της πρότασης της Επιτροπής, προτείνει ορισμένες βελτιώσεις ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορετικές καταστάσεις που αντιμετωπίζουν τα κράτη μέλη.
Ειδικότερα, το Συμβούλιο
- αυξάνει το επίπεδο φιλοδοξίας για την ικανότητα μεταποίησης και ανακύκλωσης: από 40 σε 50% για τη μεταποίηση και από 15 σε 20% για την ανακύκλωση
- προσθέτει τον βωξίτη/αλουμίνα/αλουμίνιο ως στρατηγικές πρώτες ύλες και κρίσιμα υλικά.
- ζητεί συχνότερη επικαιροποίηση του καταλόγου των κρίσιμων και στρατηγικών πρώτων υλών (τουλάχιστον κάθε τρία χρόνια, αντί για κάθε τέσσερα χρόνια)
- ενισχύει τα εθνικά μέτρα για τη βιωσιμότητα και την κυκλικότητα, όπως
α) αύξηση της επαναχρησιμοποίησης προϊόντων με υψηλό δυναμικό ανάκτησης πρώτων υλών
β) παροχή κινήτρων για την ανάκτηση δευτερογενών κρίσιμων πρώτων υλών από τα απόβλητα
γ) εντοπισμός εγκαταστάσεων εξόρυξης αποβλήτων όπου μπορούν να ανακτηθούν δευτερογενείς πρώτες ύλες
δ) προώθηση της ανάκτησης μαγνητών από προϊόντα στο τέλος της ζωής τους
- λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα διαφορετικά διοικητικά συστήματα κάθε χώρας, επιτρέπει στα κράτη μέλη να ορίσουν ένα ή περισσότερα σημεία επαφής (π.χ. στις περιφέρειες). Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να βοηθήσουν τους φορείς υλοποίησης έργων να προσδιορίσουν τα καθορισμένα σημεία επαφής σε έναν ad-hoc δικτυακό τόπο
- διευκολύνει τις διαδικασίες αδειοδότησης για στρατηγικά έργα
- εξαιρεί τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν σχετικές γεωλογικές συνθήκες, και τα οποία το αποδεικνύουν, από την υποχρέωση να διεξάγουν εθνικά προγράμματα εξερεύνησης
- διασφαλίζει την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μέσω αυστηρότερων υποχρεώσεων παρακολούθησης όσον αφορά τον ανταγωνισμό και την ελεύθερη κυκλοφορία των πρώτων υλών
- τέλος, αποσαφηνίζει τους ρόλους του Συμβουλίου Κρίσιμων Πρώτων Υλών, ευθυγραμμίζοντάς το περισσότερο με άλλα παρόμοια όργανα (π.χ. το Συμβούλιο της Πράξης για τα Τσιπς). Δημιουργεί επίσης μια υποομάδα στο πλαίσιο του συμβουλίου για τη συζήτηση θεμάτων που σχετίζονται με τη δημόσια γνώση και την αποδοχή των σχεδίων για τις κρίσιμες πρώτες ύλες και μια άλλη για τη συζήτηση μέτρων για την προώθηση της κυκλικότητας, της αποδοτικότητας των πόρων και της υποκατάστασης των κρίσιμων πρώτων υλών.
Το συμβούλιο παρέσχε στην Προεδρία του εντολή διαπραγμάτευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι οποίες θα αρχίσουν μόλις το Ευρωκοινοβούλιο διατυπώσει τις δικές του θέσεις.
[ΠΗΓΗ: https://www.ot.gr/, 9/7/2023]