Τροχοπέδη για κάλυψη μελλοντικών αναγκών η έλλειψη νέων ορυχείων
Το παγκόσμιο στοίχημα της πράσινης μετάβασης «διψάει» για χαλκό, όμως οι μεγάλοι παραγωγοί του εν λόγω μετάλλου ανά τον πλανήτη προειδοποιούν για πιθανό έλλειμμα προσφοράς λόγω έλλειψης νέων ορυχείων. Το δομικό πρόβλημα, σύμφωνα με τους παραγωγούς, είναι ότι λόγω χαμηλών τιμών και χαμηλής χρηματοδότησης δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ικανός αριθμός νέων ορυχείων σε ανάπτυξη που θα μπορούσαν να καλύψουν την υψηλή ζήτηση, η οποία προεξοφλείται για τα επόμενα χρόνια.
Στην τρέχουσα φάση η χρηματιστηριακή τιμή του χαλκού βρίσκεται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα: Από τις αρχές του χρόνου έχει σημειώσει πτώση 4% και κινείται περί τα 8.000 δολάρια ο τόνος, αρκετά κάτω από το περσινό ιστορικό ρεκόρ που ξεπερνούσε τα 10.000 δολάρια. Η κάμψη αυτή αποδίδεται στην επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, η οποία συνέπεσε με την αυξημένη παραγωγή του μετάλλου στα νέα ορυχεία του Περού και της Χιλής.
Η ζήτηση, ωστόσο, για τον χαλκό αναμένεται να απογειωθεί τα επόμενα χρόνια για να τροφοδοτήσει την πράσινη οικονομία, καθώς και για να στηρίξει τα μεγάλα αναπτυξιακά σχέδια της Ινδίας και άλλων αναπτυσσόμενων χωρών. Ο χαλκός έχει καθοριστική σημασία για τη μετάβαση στην οικονομία του μηδενικού ενεργειακού αποτυπώματος καθώς η χρήση του είναι απαραίτητη σε μια ευρεία γκάμα «πράσινων» projecis, από την κατασκευή ηλεκτρικών αυτοκινήτων και την αναβάθμιση των ηλεκτρικών δικτύων.
Απροθυμία για επενδύσεις
Οι τρέχουσες, όμως, χαμηλές τιμές των μετάλλων και οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού αποτρέπουν τις νέες επενδύσεις σε ορυχεία, όπως και τη χρηματοδότησή τους από τις τράπεζες.
Η Κάθλιν Κερκ, πρόεδρος της Freeport-McMoran, του μεγαλύτερου παραγωγού χαλκού στις ΗΠΑ, προειδοποιεί ότι η άνοδος των τιμών του χαλκού δεν αρκεί για να ανοίξει ο δρόμος για νέες επενδύσεις και για αύξηση της προσφοράς. «Δεν είναι μόνο η τιμή. Είναι και άλλοι παράγοντες που συγκρατούν την ανάπτυξη νέας δυναμικής στην παραγωγή» είπε, μιλώντας στο συνέδριο FT Mining την περασμένη εβδομάδα και τόνισε: «Αυτό εμπεριέχει τον κίνδυνο να καθυστερήσει την πράσινη μετάβαση».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Anglo American, έναν από τους μεγαλύτερους εξορυκτικούς ομίλους στον κόσμο, το βιοτικό επίπεδο του μέσου δυτικού πολίτη απαιτεί ήδη 200 έως 250 κιλά χαλκού ανά άτομο, έναντι 60 κιλών που είναι ο παγκόσμιος μέσος όρος. Οι ανάγκες αυτές αναμένεται να αυξηθούν κατακόρυφα τα επόμενα χρόνια όσο θα προχωρά η πράσινη μετάβαση, καθώς ο χαλκός έχει ήδη χαρακτηριστεί ως το «μέταλλο της ηλεκτροκίνησης». Η S&P Global προβλέπει ότι η αγορά του χαλκού θα διπλασιαστεί έως το έως το 2035 σε σχέση με τα επίπεδα του 2021, φθάνοντας στα 50 εκατομμύρια τόνους.
Μιλώντας επίσης στο συνέδριο των Financial Times, ο Ρόμπερτ Φρίντλαντ, ο μεγιστάνας της εξόρυξης και ιδρυτής της Ivanhoe Mines, είπε ότι η τρέχουσα τάση των χαμηλότερων τιμών θα προ- καλέσει ελλείψεις στην προσφορά αργότερα.
Από την πλευρά του ο Φαρίντ Νταντάσοφ, επικεφαλής αναλυτής της ευρωπαϊκής αγοράς μετάλλων στην RBC Capital Markets, τόνισε ότι σήμερα υπάρχει απροθυμία για επενδύσεις σε ορυχεία που θα χρειαστούν 10 με 15 χρόνια για να κατασκευαστούν και θα κοστίσουν δισεκατομμύρια δολάρια εν μέσω χαμηλών τιμών και πολιτικής αβεβαιότητας για το καθεστώς εξορύξεων. «Εάν προσθέσουμε τις πολύπλοκες διαδικασίες αδειοδοτήσεων, τον υψηλό πληθωρισμό και την υποβάθμιση της ποιότητας του μεταλλεύματος, τότε μάλλον μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί είναι πιθανό να μην υπάρχει τις επόμενες δεκαετίες αρκετός χαλκός για να επιτευχθούν οι στόχοι απαλλαγής από τον άνθρακα» τόνισε.
[ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, της Νικόλ Λειβαδάρη, 16/10/2023]