Υποστηρίζει ότι είναι ευθύνη των πλούσιων εθνών, που συνέβαλαν στο μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών ιστορικά, να σταματήσουν τη ρύπανση νωρίτερα.
Η Ινδία επιδιώκει να αναβιώσει την υπόγεια εξόρυξη άνθρακα καθώς προσπαθεί να ενισχύσει την παραγωγή με στόχο την κάλυψη των ταχέως αυξανόμενων αναγκών της σε ενέργεια, παρά τις διεθνείς πιέσεις για σταδιακή κατάργηση της χρήσης των ρυπογόνων ορυκτών καυσίμων. «Η Ινδία βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης υψηλής τροχιάς, επεκτείνεται βιομηχανικά και οικονομικά» υπογραμμίζει ο Amrit Lal Meena, ανώτερος αξιωματούχος στο Υπουργείο Άνθρακα της Ινδίας, σε δήλωσή του στους Financial Times. «Ο άνθρακας συνεχίζει να παίζει βασικό ρόλο στην οικονομική μεγέθυνση και ανάπτυξη της Ινδίας», προσθέτει.
Το Υπουργείο έχει αναφερθεί σε σχέδια για τριπλασιασμό της παραγωγής από υπόγεια ανθρακωρυχεία έως το 2028, προετοιμάζοντας τη δημοπρασία νέων περιοχών, την επιτάχυνση της περιβαλλοντικής εκκαθάρισης και την παροχή κινήτρων για την προώθηση των ξένων επενδύσεων και της εγχώριας κατασκευής εξοπλισμού.
Η Ινδία, η οποία αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό άνθρακα στον κόσμο μετά την Κίνα, εξορύσσει σήμερα το 95% του άνθρακα από υπαίθρια επιφανειακά ορυχεία και βασίζεται στο εν λόγω καύσιμο για περίπου τα τρία τέταρτα της ενέργειας που παράγει.
Ωστόσο, η υπόγεια εξόρυξη, η οποία παραμένει διαδεδομένη σε χώρες όπως η Κίνα και η Αυστραλία, έχει μειωθεί απότομα τις τελευταίες δεκαετίες λόγω υψηλότερου κόστους και κινδύνων. Η ώθηση για ενίσχυση της υπόγειας εξόρυξης έρχεται καθώς η Ινδία αναζητά νέες πηγές άνθρακα για να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση ενέργειας κι ενώ η χώρα είναι ήδη το πολυπληθέστερο κράτος στον κόσμο και η ταχύτερα αναπτυσσόμενη μεγάλη οικονομία του πλανήτη. Σύμφωνα με τον Meena, η υπόγεια εξόρυξη, η οποία απαιτεί λιγότερη έκταση από τα υπαίθρια ορυχεία, είναι «φιλική προς το περιβάλλον».
«Υπάρχει μικρή αναστάτωση στο έδαφος και σχεδόν καμία υποβάθμιση της γης», αναφέρει στη δήλωσή του στους FT. Ωστόσο, έντονα επικριτική απέναντι στο επιχείρημα αυτό είναι η Shweta Narayan, ακτιβίστρια για το κλίμα στη μη κυβερνητική οργάνωση Health Care Without Harm.
«Σε τελική ανάλυση εξάγετε ορυκτά καύσιμα, θα συνεχίσετε να τα καίτε, οπότε η βλάβη στο περιβάλλον συνεχίζεται», είπε. Η εξάρτηση της Ινδίας από τον άνθρακα έχει αναδειχθεί σε σημείο αντιπαράθεσης στις διεθνείς διαπραγματεύσεις για το κλίμα στις ετήσιες συνόδους κορυφής COP του ΟΗΕ, οι οποίες θα επαναληφθούν στις 30 Νοεμβρίου στο Ντουμπάι.
Στη σύνοδο κορυφής της COP το 2021, η Ινδία υπέγραψε συμφωνία για τη «σταδιακή κατάργηση» του άνθρακα. Ωστόσο, ακόμη και με βάση ένα φιλόδοξο σχέδιο για τον τριπλασιασμό της δυναμικότητας των ΑΠΕ έως το 2030, το Υπουργείο Άνθρακα προβλέπει ότι η ζήτηση της Ινδίας για το ρυπογόνο αυτό καύσιμο θα αυξηθεί από περίπου 1 δισεκ. τόνους πέρυσι σε 1,5 δισεκ. τόνους την ίδια περίοδο. Η αύξηση της παραγωγής από υπόγεια ορυχεία σε 100 εκατ. τόνους έως το 2028 θα συμβάλει στην αντιστάθμιση της εξάντλησης στα υπαίθρια ορυχεία και θα καταργήσει σταδιακά τις εισαγωγές, δήλωσε το Υπουργείο Άνθρακα.
Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Narendra Modi υποστηρίζει ότι χωρίς σημαντικές προόδους στις ανανεώσιμες τεχνολογίες, όπως η αποθήκευση μπαταριών, η Ινδία δεν έχει άλλη εναλλακτική λύση από τον άνθρακα, που αποτελεί φθηνή και διαθέσιμη πηγή καυσίμου για την παροχή ενεργειακής ασφάλειας στον πληθυσμό της. Υποστηρίζει επίσης ότι είναι ευθύνη των πλούσιων εθνών, που συνέβαλαν στο μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών ιστορικά, να σταματήσουν τη ρύπανση νωρίτερα.
Η κατά κεφαλήν κατανάλωση άνθρακα στην Ινδία είναι η μισή από εκείνη των ΗΠΑ, σύμφωνα με στοιχεία από το think tank του Κέντρου Κοινωνικής και Οικονομικής Προόδου (Centre for Social and Economic Progress – CSEP), ενώ πολλοί Ινδοί εξακολουθούν να έχουν μόνο επισφαλή πρόσβαση στην ενέργεια. Ο Rahul Tongia, senior fellow στο CSEP, τονίζει ότι αποτελεί στοίχημα για την επίτευξη του φιλόδοξου στόχου της κυβέρνησης για τριπλασιασμό της παραγωγής η ενθάρρυνση επαρκούς ενδιαφέροντος για την παραγωγή υπόγειων ορυχείων .
Κι αυτό γιατί οι προηγούμενες προσπάθειες του Νέου Δελχί να προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις για νέα ορυχεία είχαν μόνο περιορισμένη επιτυχία, εν μέρει λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος μεταξύ των εταιρειών που διστάζουν να κάνουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις στα ορυκτά καύσιμα. «Η υπόγεια εξόρυξη έχει μειωθεί σημαντικά, και αυτό έχει οικονομικά αίτια», σημειώνει. «Δεν θα έφτανα τόσο μακριά ώστε να το αποκαλέσω πιο φιλικό προς το περιβάλλον, αλλά σίγουρα είναι λιγότερο ενοχλητικό απ’ ό, τι στην επιφάνεια των ορυχείων. Από την άλλη, είναι πολύ πιο ριψοκίνδυνο, οπότε αυτό το αντισταθμίζει», παρατηρεί ο Tongia.
[ΠΗΓΗ: https://www.energia.gr/, 27/11/2023]