Πριν από ενάμιση χρόνο, ένας κολοσσός στον τομέα των εξορύξεων βρισκόταν στο επίκεντρο μίας φρενίτιδας νικελίου. Ο λόγος για την αυστραλιανή BHP Group, η οποία μέσα σε τυμπανοκρουσίες ανακοίνωνε τη συμφωνία της με την Tesla για την προμήθεια του μετάλλου. Επρόκειτο μάλιστα να αναμετρηθεί με τον Αυστραλό δισεκατομμυριούχο Άντριου Φόρεστ για τον έλεγχο ενός εκ των πλέον προσοδοφόρων ορυχείων του πλανήτη.
Σήμερα, τόσο η BHP όσο και ο Φόρεστ βλέπουν τα σχέδια τους να ακροβατούν στο κενό. Η αγορά νικελίου βρίσκεται σε αδιέξοδο, με πολλά ορυχεία ανά τον κόσμο να κινδυνεύουν με κλείσιμο, άλλα να ζητούν κρατική διάσωση και ορισμένα να έχουν ήδη χρεοκοπήσει. Η αιτία της κατάρρευσης θα μπορούσε να συνοψιστεί σε μια “απλή” φράση: η προσφορά υπερβαίνει τη ζήτηση. Ένα πρόβλημα δηλαδή που αντιμετωπίζουν όλα τα αγαθά όταν ο αρχικός ενθουσιασμός δίνει τη θέση του στην υπερβολή.
Τι ήταν αυτό που την πυροδότησε; Το γεγονός ότι το κάποτε “βαρετό” μέταλλο, που παραδοσιακά χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή ανοξείδωτου χάλυβα και άλλων κραμάτων, αποτελεί πλέον πολύτιμο συστατικό για τις μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Κάπως έτσι, οι μεγάλες εταιρείες του κλάδου καβάλησαν το κύμα, προσβλέποντας πέρα από τα κέρδη και σε μια ευκαιρία να καταθέσουν τα “πράσινα” διαπιστευτήρια τους
Οι τιμές του μετάλλου εκτινάχθηκαν στις αρχές του 2022, σημειώνοντας άνοδο άνω του 250% μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η μέση τιμή του νικελίου κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους ήταν 27.858 δολάρια/τόνο. Τον Μάρτιο έφτασε στην κορύφωσή της, αγγίζοντας τα 48.201 δολάρια/τόνο (την υψηλότερη τιμή της τελευταίας δεκαετίας). Ωστόσο, η πλεονάζουσα παγκόσμια προσφορά προκάλεσε την πτώση των τιμών, που σήμερα έπεσε στα 26.000 δολάρια ανά τόνο.
Η “υπερπροσφορά” οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση της παραγωγής από την Ινδονησία. Για να συμβάλει στη διατήρηση των τιμών σε χαμηλά επίπεδα, η Κίνα επένδυσε σε ορυχεία στην Ινδονησία, τα οποία αντιπροσωπεύουν το ήμισυ σχεδόν της παγκόσμιας προσφοράς. Κάπως έτσι αυξήθηκε σημαντικά η παραγωγή του μετάλλου, σε σημείο που να υπερκαλύπτει τη ζήτηση και ταυτόχρονα να ρίχνει στα βράχια τα “ακριβότερα” κοιτάσματα της Αυστραλίας ή της Νέας Καληδονίας.
Ενδεικτικά, μετά τη βουτιά των τιμών η κυβέρνηση της Αυστραλίας έχει βρεθεί σε θέση να χρειάζεται να καταβάλει δισεκατομμύρια δολάρια υπό μορφή κρατικής αρωγής εταιρειών και να αποποιηθεί τα δικαιώματα εσόδων της. Χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν βρεθεί υπό κίνδυνο, με μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες εξόρυξης να επανεξετάζουν τη βιωσιμότητα των δραστηριοτήτων τους σε ολόκληρη την χώρα όπως σχολιάζει το news.com.
Από την πλευρά τους, για να ανακόψουν την πτώση των τιμών και να περιορίσουν τις απώλειες, Κίνα και Ινδονησία προσανατολίζονται στο να μειώσουν την παραγωγή νικελίου. Οι δύο χώρες, που μαζί παράγουν το 70% της παγκόσμιας προσφοράς, θα μειώσουν την παραγωγή κατά τουλάχιστον 100.000 τόνους φέτος, όπως αναφέρει το Reuters.
Μέχρι στιγμής, οι περικοπές έχουν αφαιρέσει περισσότερους από 230.000 τόνους από την αγορά (περίπου το 6% της προσφοράς), με τους αναλυτές ωστόσο να αναφέρουν πως αυτό δεν είναι αρκετό για να ενισχύσει τις τιμές.
[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Παντελή Μαυρομμάτη, 27/2/2024]