Καθώς ο κόσμος επικεντρώνεται σε ένα περιβάλλον με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, προβλέπεται ραγδαία αύξηση στη ζήτηση για κρίσιμα ορυκτά που χρειάζονται για τις τεχνολογίες της πράσινης μετάβασης.
Η υιοθέτηση τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα που απαιτούνται για την ενεργειακή μετάβαση δεν θα είναι εφικτή χωρίς την αύξηση της προσφοράς κρίσιμων ορυκτών σε επίπεδα που ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχουμε δει.
Ορυκτά όπως το λίθιο, το κοβάλτιο, ο χαλκός, το νικέλιο και οι σπάνιες γαίες είναι βασικές πρώτες ύλες για την παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων (EV), τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και άλλες τεχνολογίες καθαρής ενέργειας. Η υιοθέτηση αυτών των τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα πρέπει να επιταχυνθεί προκειμένου να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι λύσεις καθαρής ενέργειας απαιτούν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες κρίσιμων ορυκτών σε σύγκριση με τις συμβατικές τεχνολογίες. Για παράδειγμα τα υπεράκτια αιολικά πάρκα για να κατασκευαστούν απαιτούν έξι φορές περισσότερα κρίσιμα ορυκτά σε σύγκριση με τις μονάδες άνθρακα ή φυσικού αερίου.
Καθώς ο κόσμος στρέφεται σε ένα ενεργειακό τοπίο με χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα, αναμένεται ραγδαία αύξηση της ζήτησης για κρίσιμα ορυκτά για τις τεχνολογίες της μετάβασης. Για παράδειγμα, για την επίτευξη του στόχου των μηδενικών εκπομπών έως το 2050, θα πρέπει περίπου το 60% των αυτοκινήτων που πωλούνται παγκοσμίως το 2030 να είναι ηλεκτρικά. Σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA), για την επίτευξη του σεναρίου «Καθαρών μηδενικών εκπομπών έως το 2050», θα απαιτηθούν έξι φορές περισσότερες εισροές κρίσιμων ορυκτών μέχρι το 2040 σε σύγκριση με σήμερα.
Η ραγδαία αυξανόμενη ζήτηση ωστόσο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον χρόνο που απαιτείται σήμερα για την αύξηση της προσφοράς κρίσιμων ορυκτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι η φάση της αδειοδότησης, της εξερεύνησης και της ανάπτυξης ορυχείων για κρίσιμα ορυκτά μπορεί να φτάσει χρονικά και τις δύο δεκαετίες, πριν την έναρξη της παραγωγής. Και όχι μόνον αυτό αλλά επιπλέον σήμερα δεν επενδύονται αρκετά χρήματα για να καλυφθεί η μελλοντική ζήτηση. Και αυτό παρά το γεγονός ότι πολιτικές όπως το Inflation Reduction Act (IRA), βελτίωσαν το τοπίο των επιδοτήσεων και των επενδύσεων, με αυξημένα κίνητρα για τις επενδύσεις στις τεχνολογίες της ενεργειακής μετάβασης και επομένως άμβλυναν τους περιορισμούς στον εφοδιασμό.
Σε κάθε περίπτωση λαμβάνοντας υπόψη το pipeline των έργων για αύξηση της προσφοράς κρίσιμων ορυκτών αλλά και το χρόνο που θα χρειαστεί για να ξεκινήσουν να λειτουργούν τα νέα ορυχεία, πολλά ορυκτά αναμένεται να βρεθούν σε ανισορροπία προσφοράς-ζήτησης έως το 2030, ακόμη και με το πιο ευνοϊκό σενάριο της υψηλής προσφοράς. Η McKinsey εκτιμά ότι, με βάση τις τρέχουσες προοπτικές προσφοράς και τεχνολογίας, η αδυναμία κάλυψης του χάσματος προσφοράς-ζήτησης σε κρίσιμα ορυκτά θα οδηγούσε σε επιπλέον εκπομπές 400 έως 600 MtCO2e αερίων θερμοκηπίου μόνο το 2030. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται ένα διαφαινόμενο χάσμα προσφοράς-ζήτησης που ήδη οδηγεί σε έναν αγώνα δρόμου για πόρους μεταξύ πολλών χωρών.
Το δυναμικό της Ελλάδας
Σε αυτό το περιβάλλον, είναι σαφές ότι δημιουργούνται ευκαιρίες για χώρες όπως η Ελλάδα, που διαθέτουν δυναμικό αποθεμάτων κρίσιμων ορυκτών. Σύμφωνα με το Σύνδεσμο Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, στη χώρα μας υφίστανται αρκετοί κοιτασματολογικοί στόχοι οι οποίοι περιλαμβάνονται στον κατάλογο των 30 Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών (ΚΟΠΥ – CRM’s) της ΕΕ. Μάλιστα ορισμένοι από αυτούς εντοπίζονται εντός των μεταλλευτικών χώρων, των χώρων δηλαδή όπου ήδη υφίστανται δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης των μεταλλευτικών ορυκτών και
στους οποίους ανήκουν και οι δημόσιοι μεταλλευτικού χώροι, χώροι που διαχειρίζεται το δημόσιο και αποτελούν τη λεγόμενη μεταλλευτική «προίκα» του.
Το δυναμικό αυτό απαιτεί εστίαση στην έρευνα (πρωτογενή και δευτερογενή), και ακόμη επικαιροποίηση των υφιστάμενων δεδομένων και ειδικότερη μελέτη σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Ενδεικτικά η χώρα μας διαθέτει: Βωξίτη (σε πλήρη παραγωγική διαδικασία), αντιμόνιο (Sb, σε 3 τουλάχιστον διαπιστωμένα κοιτάσματα αντιμονίτη άνευ εκμετάλλευσης μέχρι σήμερα), νικέλιο (Ni), κοβάλτιο (Co) (περιεχόμενα στον λατερίτη που όμως δεν παράγονται αυτοτελώς και απαιτούν αλλαγή της μεθόδου σε υδρομεταλλουργική από τον νέο ανάδοχο της ΛΑΡΚΟ), χαλκό (Cu, προγραμματίζεται -υπό προϋποθέσεις- η παραγωγή από το κοίτασμα των Σκουριών Χαλκιδικής), μαγνησίτη (ΜgCΟ3, παράγει τελικά προϊόντα δίπυρης και καυστικής μαγνησίας καθώς και πυρίμαχες μάζες και όχι μεταλλικό μαγνήσιο), μαγγάνιο (Μn, τα ιστορικά κοιτάσματα μαγγανίου στην ευρύτερη περιοχή του Νομού Δράμας που αποτέλεσε στο παρελθόν κύριο μεταλλευτικό κέντρο της Ελλάδας απαιτούν επανα-δρομολόγηση για παραγωγή Μn (battery grade), χαλαζία (SiO2) υψηλής ποιότητας για παραγωγή μεταλλικού πυριτίου (δεν υφίσταται εξόρυξη μέχρι σήμερα) και έχει ορισμένες ενδείξεις εμφανίσεων (occurrences) για σπάνιες γαίες (REE) κυρίως εντός άλλων κοιτασμάτων.
Τέλος, έχουν αναφερθεί -σε πανεπιστημιακές κυρίως έρευνες- κοιτασματολογικοί τύποι που περιέχουν κατά τόπους σημαντικές περιεκτικότητες σε Βολφράμιο (W), Τελλούριο (Te), Ρήνιο (Re), μολυβδαίνιο (Μο), Γάλλιο (Ga), γερμάνιο (Ge) κ.α. Ας σημειωθεί, ότι οι εμφανίσεις δεν αποτελούν ώριμα κοιτάσματα προς δημοπράτηση, απλώς εφαλτήριο για περισσότερη έρευνα.
Σε κίνδυνο το γάλλιο
Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συγκέντρωσε πιθανούς προμηθευτές και αγοραστές συγκεκριμένων σπάνιων ορυκτών, δηλαδή γαλλίου και γερμανίου, που τίθενται σε κίνδυνο μετά τους περιορισμούς που επέβαλε η Κίνα στις εξαγωγές της. Στόχος της συνάντησης ήταν να ενθαρρυνθεί η τοπική παραγωγή των συγκεκριμένων σπάνιων ορυκτών εντός Ε.Ε. Στη συνάντηση συμμετείχε ο όμιλος ενέργειας και μετάλλων Mytilineos, ο οποίος έκανε γνωστό ότι έχει ξεκινήσει ένα πιλοτικό έργο για να αξιολογήσει τον πιο οικονομικά αποδοτικό τρόπο εξαγωγής γαλλίου, το οποίο θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε κλίμακα σε διάστημα 18 μηνών.
Το γάλλιο είναι κατ’ ουσίαν ένα υποπροϊόν της επεξεργασίας βωξίτη κατά τη διαδικασία παραγωγής αλουμίνας. Σύμφωνα με τον όμιλο, το έργο θα μπορούσε να διασφαλίσει την παραγωγή 40-45 μετρικών τόνων μετάλλου ετησίως, περίπου ίσο με την τρέχουσα ζήτηση στην ΕΕ.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου, Ευάγγελος Μυτιληναίος, τόνισε ότι βασική προϋπόθεση είναι η υποστήριξη της βασικής δραστηριότητας αλουμινίου του ομίλου, όπου όπως σημειώνει στην Ευρώπη επιβαρύνεται από τις υψηλές τιμές της ενέργειας και τις εισφορές για τις εκπομπές άνθρακα.
Η βελγική εταιρεία παραγωγής ψευδαργύρου Nyrstar ανέφερε ότι εξετάζει πιθανά projects για την ανάκτηση γαλλίου και γερμανίου στην Ευρώπη, αν και έχει σημειώσει μεγαλύτερο πρόοδο σε αντίστοιχα έργα στις ΗΠΑ, όπου σκέφτεται να υλοποιήσει ένα έργο ύψους 150 εκατ. δολαρίων.
Εν τω μεταξύ, ο νόμος της ΕΕ για τις κρίσιμες πρώτες ύλες, ο οποίος θα θέτει στόχους για την εξόρυξη, την ανακύκλωση και την επεξεργασία 17 βασικών υλικών, είναι πιθανό να τεθεί σε ισχύ τους επόμενους μήνες. Η ευρωπαϊκή ένωση παραγωγών μη σιδηρούχων μετάλλων Eurometaux δήλωσε ότι ο νόμος θα πρέπει να συνοδευτεί με τρόπους χρηματοδότησης και μέτρα για τη μείωση του λειτουργικού κόστους για τη βιομηχανία.
Η Eurometaux πρόσθεσε ότι το ζήτημα είναι ευρύτερο και δεν αφορά απλώς την προμήθεια γαλλίου και γερμανίου, επομένως η ΕΕ θα πρέπει να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες ώστε να είναι βιώσιμες στο μέλλον οι δραστηριότητες.
[ΠΗΓΗ: https://industry-news.gr/, του Χάρη Φλουδόπουλου, 19/3/2024]