«Υπάρχει μια λανθασμένη εντύπωση ότι είμαστε οι εκλεκτοί του θεού που μας έχει χαριστεί το καλύτερο οικόπεδο του κόσμου και ότι ε αιτίας αυτού του γεγονότος θα έρθουν υποχρεωτικά οι επενδυτές και θα πέσουν στα πόδια μας.»
Τα σημάδια από τον χώρο της πραγματικής οικονομίας δεν είναι καλά. Το λιανεμπόριο αναστενάζει. Τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο οι πωλήσεις σημείωσαν σημαντική πτώση. Είχε προηγηθεί ένας κακός Αύγουστος στον τουρισμό. Την ίδια ώρα αποδεικνύεται ότι το Δημόσιο είχε κρυφές οφειλές προς τους πολίτες και ότι τα δημόσια έσοδα δεν πάνε τόσο καλά όσο πιστεύαμε πριν από λίγο καιρό. Αν σε όλα αυτά συνυπολογίσετε και τις αυξημένες οφειλές προς την Εφορία, έχετε μια πλήρη εικόνα του θαλάμου αερίων μέσα στον οποίο καλούμαστε να αναπνεύσουμε…
Είναι μία πραγματικότητα που τη ζούμε όλοι μας. Δεν χρειαζότανε να βγούνε τα επίσημα στοιχεία για να την αντιληφθούμε. Οσοι κινούμαστε στην αγορά, όσοι μιλάμε καθημερινά με τους ανθρώπους του μόχθου αυτό το γνωρίζουμε καλά εδώ και καιρό. Το εντυπωσιακό είναι ότι στην κυβέρνηση ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν στα θαύματα, ότι θα γίνει κάτι και αιφνιδίως και με τρόπο μαγικό θα αλλάξουνόλα…
Το μεγάλο πρόβλημα της οικονομίας και της ίδιας της χώρας είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης. Ο επενδυτικός κόσμος δεν εμπιστεύεται αυτή την κυβέρνηση. Δεν πρόκειται να γίνουν επενδύσεις όσο στο τιμόνι της χώρας βρίσκεται ο κ. Αλέξης Τσίπρας. Όχι γιατί το διεθνές καπιταλιστικό κεφάλαιο δήθεν μισεί τον Αλέξη, αλλά διότι η πολιτική της συνεχούς αλλαγής των κανόνων του παιγνιδιού δεν είναι αποδεκτή. Σε μία εποχή όπου όλες οι χώρες αναζητούν επενδύσεις θα είναι τρελός κάποιος για να πάει σε ένα μέρος όπου μισούν τους επενδυτές. Η συμπεριφορά της κυβέρνησης στους Καναδούς στη Χαλκιδική ή ακόμη και στον όμιλο Λάτση στο Ελληνικό είχε σημαντικό αντίκτυπο στον επενδυτικό κόσμο. Αυτές οι ειδήσεις κυκλοφορούν με μεγάλη ταχύτητα…
Το κακό είναι ότι η ζημιά έχει ήδη γίνει. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι θα έχουμε σύντομα κυβερνητική αλλαγή, θα χρειαστεί χρόνος για να αποκατασταθούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης με την αγορά. Μπορεί σε πρώτο χρόνο να εκδηλωθεί αυξημένο ενδιαφέρον, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά για να έρθουν επενδύσεις της τάξης των 100 δισ. ευρώ. Αν δεν είχαμε χάσει δύο χρόνια με τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτή τη στιγμή θα μπορούσαμε να αρχίσουμε να αισιοδοξούμε σε αυτό το πεδίο…
Υπάρχει μια λανθασμένη εντύπωση ότι είμαστε οι εκλεκτοί του θεού που μας έχει χαριστεί το καλύτερο οικόπεδο του κόσμου και ότι ε αιτίας αυτού του γεγονότος θα έρθουν υποχρεωτικά οι επενδυτές και θα πέσουν στα πόδια μας. Είναι άλλη μία φαντασίωση από τις τόσες που έχουν καλλιεργηθεί τα τελευταία χρόνια σε αυτή τη χώρα. Η αλήθεια είναι ότι ζούμε σε μια χώρα με πολλές φυσικές ομορφιές, αλλά οι επενδυτές έχουν καλύτερα πράγματα να κάνουν από το να ρισκάρουν τα χρήματά τους στην πρωτεύουσα της αναξιοπιστίας. Πάρτε για παράδειγμα τον εαυτό σας. Αν είχατε τη δυνατότητα να επενδύσετε τα χρήματά σας σε μια χώρα, τι θα επιλέγατε; Μια χώρα που διαθέτει ένα φιλικό περιβάλλον προς τις επενδύσεις ή μια χώρα της οποίας η κυβέρνηση μιλάει για ταξικό μίσος, ταλαιπωρεί τους ήδη εγκατεστημένους στη χώρα ξένους επενδυτές και βάζει συνέχεια νέους φόρους;
Το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε όλοι μας είναι αν υπάρχει άλλος τρόπος για να αλλάζουμε την κακή εικόνα των αριθμών, πέραν αυτού της προσέλκυσης επενδύσεων. Η απάντηση είναι προφανής! Το αμέσως επόμενο ερώτημα είναι αν έχουμε χρόνο για να αλλάζουμε κάτι. Εκεί οι απαντήσεις δεν είναι όλες ίδιες. Η Ελλάδα χρειάζεται άμεσα επενδύσεις. Και κυρίως χρόνο, ο οποίος στις μέρες μας είναι πανάκριβος. Πολύ φοβάμαι ότι ένα τέταρτο μνημόνιο είναι προ των πυλών. Ακριβώς επειδή δεν βλέπω ποιοι θα είναι εκείνοι που θα μας δώσουν αυτό τον πολυπόθητο χρόνο που χρειαζόμαστε. Βλέπετε, η κρίση εμπιστοσύνης δεν αφορά μόνο τους επενδυτές, αλλά και τις διακρατικές μας σχέσεις. Έχουμε σπαταλήσει άσκοπα τα δύο τελευταία χρόνια πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο. Και αυτό αρχίζουμε να το βρίσκουμε μπροστά μας…
[ΠΗΓΗ: ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ _ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ, του Θανάση Μαυρίδη, 06/11/2016]