Ένα από τα πιο ολοκληρωμένα προγράμματα περιβαλλοντικής παρακολούθησης στην Ευρώπη έχει σχεδιάζει και εφαρμόζει η Ελληνικός Χρυσός, θυγατρική του καναδικού ομίλου Eldorado Gold που αναπτύσσει και λειτουργεί τα Μεταλλεία Κασσάνδρας στη Βορειανατολική Χαλκιδική, απασχολώντας περισσότερους από 1.600 εργαζόμενους.
Με γνώμονα τη βιώσιμη ανάπτυξη των Μεταλλείων Κασσάνδρας σε Στρατώνι, Ολυμπιάδα και Σκουριές, η μεταλλευτική εταιρεία χρυσού, αργύρου, μολύβδου, ψευδαργύρου και χαλκού παρακολουθεί και καταγράφει την ποιότητα του αέρα, του εδάφους και των υδάτων, του θορύβου, της σεισμικότητας και του οικοσυστήματος. Η περιβαλλοντική παρακολούθηση γίνεται μέσω ενός δικτύου 400 σημείων, που έχουν εγκατασταθεί στα Μεταλλεία Κασσάνδρας και τη γύρω περιοχή, με τις μετρήσεις να αναρτώνται άμεσα σε ειδική πλατφόρμα στο διαδίκτυο.
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα, που είχε κόστος εγκατάστασης ύψους 4 εκατ. ευρώ και ετήσιο κόστος λειτουργίας 2 εκατ. ευρώ, σε συνδυασμό με την παράλληλη αποκατάσταση των περιοχών, όπου ολοκληρώνεται η μεταλλευτική δραστηριότητα, και την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών περιβαλλοντικής διαχείρισης εγγυώνται τις πλέον αυστηρές προδιαγραφές περιβαλλοντικής προστασίας.
Το πρόγραμμα περιβαλλοντικής παρακολούθησης
Τα δεδομένα, που συλλέγονται, επιτρέπουν στην Ελληνικός Χρυσός να αποκτά μία ολοκληρωμένη εικόνα του φυσικού περιβάλλοντος, προκειμένου να είναι σε θέση να αξιολογεί την κατάστασή του ανά πάσα στιγμή. Μεταξύ άλλων, η περιβαλλοντική παρακολούθηση περιλαμβάνει:
-Την καταγραφή των μετεωρολογικών δεδομένων
-Την μέτρηση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων
-Τον έλεγχο της ποιότητας του πόσιμου νερού και του θαλάσσιου περιβάλλοντος
-Την εξέταση της ποιότητας των εδαφών
-Την καταγραφή της εξέλιξης της χλωρίδας και της πανίδας
-Τον έλεγχο της ποιότητας των ατμοσφαιρικών παραμέτρων
Τα αποτελέσματα των μετρήσεων είναι προσβάσιμα από όλους μέσω ειδικής πλατφόρμας στο διαδίκτυο.
Η παράλληλη αποκατάσταση
Πυλώνας στον σχεδιασμό και την εξέλιξη των έργων της Ελληνικός Χρυσός είναι η αρχή της παράλληλης αποκατάστασης. Όπου δηλαδή, ολοκληρώνεται η μεταλλευτική δραστηριότητα, πραγματοποιούνται εργασίες εξυγίανσης και επαναφοράς της γης στην πρότερη κατάστασή της και παράλληλα αποκαθίσταται ολόκληρη η περιοχή από το αποτύπωμα της προγενέστερης μεταλλευτικής δραστηριότητας.
Άλλωστε, στην Ολυμπιάδα, η οριστική αποκατάσταση ολόκληρης της επιφάνειας από το αποτύπωμα της προγενέστερης μεταλλευτικής δραστηριότητας (1976-1995), υπήρξε προτεραιότητα για την Ελληνικός Χρυσός, πολύ πριν την έγκριση του επενδυτικού της πλάνου για την ανάπτυξη των Μεταλλείων Κασσάνδρας.
Με στόχο να αποκατασταθεί πλήρως η περιοχή και να αποδοθεί προς αξιοποίηση στην τοπική κοινωνία, ολοκληρώνεται η πλήρης εξυγίανση έκτασης 300 στρεμμάτων, ενώ ήδη έχουν απομακρυνθεί 3 εκατ. τόνοι μεταλλευτικών καταλοίπων της προγενέστερης μεταλλευτικής δραστηριότητας των προηγούμενων ιδιοκτητριών εταιρειών (1976–1995).
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελληνικός Χρυσός δημιούργησε μια τράπεζα φυτών για την αποκατάσταση όλων των άλλων περιοχών στις οποίες δραστηριοποιείται, σε μια περιοχή που ήταν παλιός χώρος απόθεσης. Για να επιτύχει το στόχο της, προχώρησε στη δημιουργία φυτωρίου, συλλέγοντας και προετοιμάζοντας σπόρους που μαζεύει από την γύρω περιοχή και αναπτύσσοντας νεαρά δενδρύλλια τα οποία στην συνέχεια χρησιμοποιούνται στις αποκαταστάσεις.
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα φυτώρια στην Ευρώπη, με πλούσια βιοποικιλότητα, όπου καλλιεργούνται 400 και πλέον είδη τοπικών φυτών στο φυτώριό έκτασης 150.000 τ.μ., ενώ το νερό από το μεταλλείο Ολυμπιάδας επαναχρησιμοποιείται.
Βέλτιστες πρακτικές περιβαλλοντικής διαχείρισης
Η Ελληνικός Χρυσός υιοθετεί την τεχνολογία ξηρής απόθεσης που συνδέεται με μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα για την αποθήκευση των αποβλήτων, ενώ επιπλέον ενσωματώνεται καλύτερα στο φυσικό περιβάλλον μετά την ολοκλήρωση της αποκατάστασης. Συγκεκριμένα στο έργο των Σκουριών, η συγκεκριμένη μέθοδος αναμένεται να εξασφαλίσει μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος κατά 40%.
Ουσιαστικά, όλα τα μεταλλεία παράγουν μια μορφή επεξεργασμένων καταλοίπων που ονομάζονται τέλματα – μίγμα νερού και στείρων υλικών-, το οποίο απομένει από την επεξεργασία του μεταλλεύματος. Παραδοσιακά, τα τέλματα αποθηκεύονταν σε υγρή μορφή σε μεγάλες εγκαταστάσεις, τις γνωστές λίμνες τελμάτων. Η σύγχρονη μέθοδος της ξηρής απόθεσης αφαιρούν την περίσσεια νερού, με αποτέλεσμα να προκύπτει ένα αμμώδες υλικό, το οποίο κατόπιν στοιβάζεται και συμπιέζεται.
Μέσω της συγκεκριμένης τεχνολογίας επιτυγχάνεται:
-Μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, λόγω της μικρότερης κατάληψης επιφάνειας για την απόθεση τελμάτων
-Εξοικονόμηση νερού από τη διαδικασία της αφύγρανσης και επαναχρησιμοποίησή του στην παραγωγική διαδικασία
-Η στερεά σύσταση των αποτιθέμενων καταλοίπων αυξάνει σημαντικά την ασφάλεια, μέσω της μείωσης των γεωτεχνικών κινδύνων
-Αύξηση θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης κατά τη διάρκεια του έργου.
[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, 15/1/2020]